Το αναπαραγωγικό σύστημα της γυναίκας αποτελείται από τη μήτρα, τις δύο ωοθήκες και τις δύο σάλπιγγες. Οι ωοθήκες περιέχουν το ωάριο, το οποίο αφού απελευθερωθεί, κινείται προς τη μήτρα διαμέσου της σάλπιγγας. Οι σάλπιγγες είναι μυώδεις σωλήνες που στο ένα τους άκρο ενώνονται με τη μήτρα, ενώ το άλλο άκρο τους είναι ελεύθερο στην κοιλιά, κοντά στη σύστοιχη ωοθήκη. Η διαδρομή των σπερματοζωαρίων είναι η εξής: ξεκινούν από τον κόλπο, περνούν από τη μήτρα και τέλος συναντούν το ωάριο στη σάλπιγγα, όπου και εκεί ενδέχεται να γίνει η γονιμοποίηση. Το γονιμοποιημένο ωάριο θα κινηθεί κατόπιν προς τη μήτρα, για να γίνει -εάν αυτό είναι δυνατό- η εμφύτευσή του.
Μία πιθανή αιτία υπογονιμότητας είναι η απόφραξη της μίας ή και των δύο σαλπίγγων. Για τον λόγο αυτό, η διερεύνηση της υπογονιμότητας περιλαμβάνει και αυτή της διαβατότητας των σαλπίγγων. Οι συνηθέστεροι λόγοι βλαβών των σαλπίγγων είναι κυρίως κάποια φλεγμονή, ενδομητρίωση ή ιστορικό χειρουργείου το οποίο προκάλεσε συμφύσεις. Η αντιμετώπιση της υπογονιμότητας λόγω δυσλειτουργίας των σαλπίγγων μπορεί να γίνει είτε με τη χειρουργική αποκατάστασή τους (με λαπαροσκόπηση και σαλπιγγοπλαστική) είτε με εξωσωματική γονιμοποίηση. Η επιλογή γίνεται λαμβάνοντας υπόψιν κι άλλους παράγοντες, όπως η ηλικία της γυναίκας, η ποιότητα του σπέρματος, η κατάσταση του τοιχώματος των σαλπίγγων κ.ά. Αξίζει να σημειωθεί ωστόσο, πως η μέθοδος της σαλπιγγοπλαστικής έχει σχετικά χαμηλά ποσοστά επιτυχίας, που είναι ανάλογα με τη βλάβη των σαλπίγγων.
Η πιο ακριβής εξέταση για τη διαβατότητα των σαλπίγγων είναι η διαγνωστική λαπαροσκόπηση, η οποία είναι μία χειρουργική επέμβαση. Κατά τη διάρκεια της επέμβασης, ο γιατρός έχει ξεκάθαρη εικόνα των ενδοκοιλιακών οργάνων της γυναίκας και με την έγχυση μιας χρωστικής ουσίας ελέγχεται η διαβατότητα των σαλπίγγων. Καθώς όμως είναι μία επεμβατική μέθοδος που απαιτεί γενική αναισθησία, δεν αποτελεί την πρώτη επιλογή, ιδιαίτερα εάν δεν συντρέχουν και άλλοι λόγοι για να πραγματοποιηθεί αυτή η επέμβαση (π.χ. ύπαρξη ενδομητρίωσης που πρέπει να θεραπευτεί).
Μέχρι πριν λίγα χρόνια, η εξέταση πρώτης επιλογής για την διαβατότητα των σαλπίγγων ήταν η κλασική σαλπιγγογραφία, η οποία γινόταν, και συνεχίζει μέχρι σήμερα να γίνεται ακτινοσκοπικά, δηλαδή με ακτίνες Χ. Η διαδικασία περιλαμβάνει την έγχυση ενός ιωδιούχου σκιαγραφικού υγρού διαμέσου του τραχήλου της μήτρας, γεμίζοντας την ενδομητρική κοιλότητα, το οποίο στη συνέχεια περνάει από τις σάλπιγγες -εφόσον αυτές είναι ανοιχτές- και διαχέεται στην κοιλιά. Η εξέταση αυτή θεωρείται σε γενικές γραμμές επώδυνη (αν και η ένταση του πόνου ποικίλλει αρκετά από γυναίκα σε γυναίκα), κι αυτό γιατί το σκιαγραφικό υγρό προκαλεί διάταση της μήτρας και είναι ερεθιστικό για την κοιλιά κατά την έξοδό του σε αυτήν.
Τα τελευταία χρόνια, η διερεύνηση των σαλπίγγων γίνεται και υπερηχογραφικά. Η πρώτη προσπάθεια ήταν με την τεχνική HyCoSy (Hysterosalpingo- Contrast Sonography), για την οποία χρησιμοποιούνταν ένα υγρό, το οποίο όμως έχει πλέον αποσυρθεί. Από το 2010 η υπερηχογραφική σαλπιγγογραφία διενεργείται με αφρό, HyFoSy (Hysterosalpingo- Foam Sonography). Η νέα αυτή τεχνική έχει αρκετά πλεονεκτήματα έναντι της κλασικής σαλπιγγογραφίας, όπως το ότι δεν περιέχει καθόλου ακτινοβολία, είναι φιλική προς τη γυναίκα (καθώς είναι μία ανώδυνη μέθοδος), μπορεί να γίνει στο τακτικό γυναικολογικό ιατρείο εξειδικευμένου ιατρού που την πραγματοποιεί και δεν απαιτεί κάποια ειδική προετοιμασία. Είναι μία σύντομη εξέταση και συνδυάζεται με ένα βασικό γυναικολογικό υπερηχογράφημα μήτρας-ωοθηκών, δίνοντας πληροφορίες και για αυτά τα όργανα.
Η εξέταση HyFoSy διενεργείται στο πρώτο μισό του κύκλου. Η θέση της γυναίκας κατά την εξέταση είναι αυτή της κλασικής γυναικολογικής εξέτασης που χρησιμοποιείται για το τεστ ΠΑΠ. Η διαδικασία ξεκινά με την είσοδο του κολποδιαστολέα και καθαρισμό του τραχήλου, στον οποίο εισάγεται ένας ειδικός λεπτός καθετήρας όπου στο άκρο του είναι συνδεδεμένη η σύριγγα με τον αφρό ExEm-foam®. Η δημιουργία του αφρού γίνεται από την ανάμειξη 5 ml νερού και 5 ml του ειδικού τζελ ExEm-gel®. Το πλεονέκτημα του αφρού αυτού έγκειται στο γεγονός ότι είναι έντονα υπερηχογενής και κατά συνέπεια έντονα ορατός στο υπερηχογράφημα για περίπου 5 λεπτά. Μετά την τοποθέτηση του καθετήρα, πραγματοποιείται κολπικό υπερηχογράφημα, κατά τη διάρκεια του οποίου γίνεται έγχυση μικρής ποσότητας αφρού. Παρατηρείται λοιπόν η πορεία του αφρού μέσα στην κοιλότητα της μήτρας και στη συνέχεια η μετακίνηση και έξοδος ή μη αυτού προς τις σάλπιγγες. Γίνεται ορατή επίσης και η πορεία του αφρού διαμέσου των σαλπίγγων και η έξοδός του στην κοιλιά. Είναι μία πολύ καλά ανεκτή εξέταση, διαρκεί περίπου 10-15 λεπτά και δίνει άμεσα αποτελέσματα.
Η διαγνωστική ακρίβεια της υπερηχογραφικής σαλπιγγογραφίας ελέγχθηκε αρχικά συγκρίνοντας την HyCoSy με την κλασική σαλπιγγογραφία όπου βρέθηκαν να έχουν συγκρίσιμα αποτελέσματα. Αντίστοιχα δεδομένα δίνουν και οι έως τώρα μελέτες που συγκρίνουν τη σαλπιγγογραφία με αφρό με την κλασική σαλπιγγογραφία, με συμφωνία αποτελεσμάτων στο 93-100% των περιπτώσεων. Τα πλεονεκτήματα της υπερηχογραφικής σαλπιγγογραφίας με αφρό, έχουν οδηγήσει στην αντικατάσταση, σε μεγάλο ποσοστό, της κλασικής σαλπιγγογραφίας από την εξέταση HyFoSy σε παγκόσμιο επίπεδο. Κάποιες επιστημονικές μελέτες έχουν δείξει ακόμα και κάποια αύξηση της πιθανότητας φυσιολογικής σύλληψης τους τρεις πρώτους μήνες που ακολουθούν την εξέταση HyFoSy. Μία πιθανή εξήγηση θα ήταν ότι η έγχυση του αφρού βοηθά στη διάνοιξη των σάλπιγγων, λόγω μετακίνησης βλεννωδών συσσωρεύσεων ή λόγω λύσης κάποιων μικρών συμφύσεων.
Συμπερασματικά, χάρη στη νέα αυτή μέθοδο, οι γυναίκες δε θα πρέπει να φοβούνται πια τη διερεύνηση του σαλπιγγικού παράγοντα της υπογονιμότητας, και αυτό γιατί η εξέταση HyFoSy αποτελεί μια εξαιρετική εναλλακτική λύση.
πηγή: https://gonimotita.gr/